Ίσως κάποια φορά, να χρειάσθηκε να βρεθούμε σε έναν οίκο ευγηρίας... Αυτοί οι χώροι που φιλοξενούν προσωρινά εκείνους που δεν έχουν άλλη επιλογή, ή που δεν τους αφήνουν άλλη επιλογή... Ας υποθέσουμε λοιπόν, πως χρειάσθηκε να επισκεφτούμε ένα γηροκομείο. Σκεφθήκαμε ποτέ τον εαυτό μας, μέσα σε αυτό; Όχι στα χρόνια της υπεροχής, αλλά στα χρόνια της πτώσεως. Γιατί όταν είσαι νέος, κάνεις αυτό που θέλεις, χωρίς πολλές φορές να σκεφθείς το κόστος.
Όμως, έρχεται ξωπίσω το γήρας, τα γεράματα που αλλάζουν τον άνθρωπο. Αναπόφευκτη αποδοχή μιας τελικής πορείας.... Αν οι άνθρωποι, είχαν Θεό στην ζωή τους, δεν θα υπήρχαν γηροκομεία! Γιατί, θα ζούσε ο ένας για τον άλλον και όχι ο ένας από τον άλλον. Σε κάποια στιγμή, κάποια ενορίτισσα μου, μου έδωσε μια φωτοτυπία με το παρακάτω ποίημα.... Αντικατροπτρίζει την αλήθεια, με γλαφυρότητα που συγκινεί βαθιά. Σίγουρα θα έχει συμβεί στην πραγματικότητα. Γιατί, μέσα σε αυτά τα ιδρύματα ''φιλανθρωπίας'' τέτοιες ιστορίες είναι γνωστές... Όχι! Φιλανθρωπία δεν είναι να κάνεις ιδρύματα. Φιλανθρωπία είναι να δημιουργείς τις προϋποθέσεις ώστε να μην τα χρειάζεσαι.... Όταν μια κοινωνία ανθρώπων δεν θα έχει ανάγκη ύπαρξης φιλανθρωπικών ιδρυμάτων, τότε η φιλανθρωπία θα είναι βίωμα και όχι... ανάγκη.... Ας διαβάσουμε λοιπόν το ποίημα και ας σκεφτούμε πόσες πιθανότητες θα είχαμε να είμαστε εμείς, πρωταγωνιστές σε αυτό... Πριν βιαστούμε να απαντήσουμε όμως, ας θυμηθούμε πως η καλύτερη σεναριογράφος είναι η ίδια η ζωή....
π. Θωμάς Ανδρέου
Στου γηροκοµείου την αυλή
πάνω σ’ ένα παγκάκι
κάθεται ολοµόναχο
θλιµµένο γεροντάκι.
Σκέφτεται όσα έκανε
όλα αυτά τα χρόνια
και βλέπει πως κατάντησε
σ’ αυτή την καταφρόνια.
Ευτυχισµένοι ζούσανε
αυτοί κι η φαµελιά τους
κι η όµορφη γυναίκα του
τα δύο τα παιδιά τους.
Γι’ αυτό και τα µορφώσανε
απ’ το υστέρηµά τους
καµάρωναν που γίνονταν
σπουδαία τα παιδιά τους.
Κουράγιο βρε γυναίκα µου
ώσπου να µεγαλώσουν
είναι παιδιά πολύ καλά
θα µας το ανταποδώσουν.
Τα δυο παιδιά σπουδάσανε
και στην Αµερική
κάνανε οικογένεια
και µείνανε εκεί.
Από την στεναχώρια τους
πριν κλείσει ένας χρόνος
πεθαίνει η γυναίκα του
και µένει ο γέρος µόνος.
Ζήτησε απ’ τ’ αγόρι του
να πάει ο καηµένος
θυµάται τι τ’ απάντησε
κι είναι φαρµακωµένος.
Πατέρα πολλά µας έκανες
και σ’ ευχαριστούµε
µα είναι δύσκολα εδώ
µε γέροντες να ζούµε.
Ο γέρος τους απάντησε
«νάχετε την ευχή µου
κι εγώ θα έβρω µια γωνιά
στο άλλο το παιδί µου».
Μα όταν το ανέφερε
στην κόρη του µια µέρα
εκείνη του απάντησε
«δεν γίνεται πατέρα».
Σπίτι µεγάλο έχουµε
η κόρη καµαρώνει
µα όσα µέτρα µείνανε
το κάναµε σαλόνι.
Πόσο ο γέρος λαχταρά
να ‘ναι µε τα παιδιά του
νάχει τα έγγονάκια του
πάνω στα γόνατά του.
Αυτή η σκέψη η γλυκειά
το γέρο αποκοιµίζει
του ιδρύµατος η ερηµιά
όµως τον τριγυρίζει.
Ο γέρος εκοιµήθηκε
µε πρόσωπο θλιµµένο
την άλλη µέρα το πρωί
τον βρήκαν πεθαµένο....
ΠΑΡΑΠΟΥΡΑΣ ΑΡΙΣΤΑΡΧΟΣ
ΚΟΛΙΝ∆ΡΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου