Κάποιοι άνθρωποι, ακόμα και όταν κοιμηθούν στον αιώνιο ύπνο, συνεχίζουν να ζουν ανάμεσα μας για πάντα. Μέσα από κείμενα, μέσα από εικόνες, μας υπενθυμίζουν το πέρασμά τους, από τα φθαρτά, τα γήινα και την πορεία τους προς τα αιώνια... Θυμάμαι δεκαπενταετής ήμουν όταν πρωτοδιάβασα τα γραφόμενα του Κόντογλου. Από τα πρώτα αυτά διαβάσματα, τον αγάπησα και θέλησα σήμερα, με την διαδικτυακή κοντυλιά να τον θυμηθώ και να τον θυμίσω μιας και σαν προχθές, ήταν η ημέρα της επετείου του θανάτου του.
Ο Φώτης Κόντογλου ,κατά κόσμον Φώτιος Αποστολλέλης γεννήθηκε στο Αϊβαλί της Μικράς Ασίας, στις αγαπημένες Κυδωνίες , ανήμερα των Ταξιαρχών στις 8 Νοεμβρίου του 1895. Τότε που το Αϊβαλί, ήταν η μοναδική περιοχή στην Μικρασία που οι Τούρκοι εισερχόμενοι έφιπποι , κατέβαιναν από τα άλογα διερχόμενοι σε ένδειξη σεβασμού και τιμής. Τότε, που στις Κυδωνίες δεν έμενε μόνιμα ούτε ένας Τούρκος.
Ποτισμένος από μικρός με τα νάματα της Χριστιανικής πίστεως, μεγαλωμένος μέσα στις Εκκλησιές του Αϊβαλιού, ο Κόντογλου κράτησε φυλαγμένες τις Ιερές παρακαταθήκες από τις παιδικές αναμνήσεις, αναμνήσεις που κράτησε καθάριες στην σκέψη του μέχρι εκείνη την ημέρα στις 13 Ιουλίου του 1965, όταν μετά από ένα σοβαρό τροχαίο και μια χειρουργική επέμβαση πέταξε για τον ουρανό να ξαναδεί το Αϊβαλί την πατρίδα του ξανά, έστω και σκλαβωμένη...
Ο Κόντογλου έζησε κοντά στον Ιερομόναχο θείο του Στέφανο Κόντογλου, αδελφό της Μητέρας του που έγινε κηδεμόνας του μετά τον πρόωρο θάνατο του πατέρα του και ίσως αυτό τον έκανε να αλλάξει το επίθετο του από Αποστολλέλης σε Κόντογλου. Με νοσταλγία θυμάται τα παιδικά του χρόνια. Τα χρόνια της πρώιμης νιότης του, που τον σημάδεψαν για πάντα. Στα 13 του έφυγε από το Αϊβαλί για να σπουδάσει στην σχολή καλών τεχνών στην Αθήνα. Εκεί αρχίζει να δημιουργεί τον μετέπειτα Φώτη Κόντογλου. Τον Δάσκαλο των Τσαρούχη και Εγγονόπουλου.
Το 1921 θα τον βρει στρατιώτη να πολεμά για την πατρίδα του στην Μικρασία. Βιώνει την καταστροφή της Σμύρνης, τον εξαδραποδισμό χιλιάδων Ελλήνων, τις σφαγές και τον θάνατο στα πρόσωπα των προσφύγων. Πρόσφυγας και ο ίδιος μένει για ένα διάστημα απέναντι από την πατρίδα του, στην Λέσβο. Εκείνος μόνον μπορεί να ξέρει τα δάκρυα που έχυσε στις αμμουδιές της Λέσβου, αντικρίζοντας τα παράλια της Μικρασίας... Ότι κάνουμε και εμείς όταν βρεθούμε στα αγιασμένα της Λέσβου χώματα και θωρούμε την Μικρασία να μας χαιρετά από απέναντι.
Τελικά η Αθήνα έγινε δεύτερη πατρίδα του. Με δυσκολίες πολλές φρόντιζε την οικογένεια του, την σύζυγο και την μοναχοκόρη του. Τους άφησε πολύτιμη παρακαταθήκη το όνομα και τα έργα του. Είχε μια Ιερά εμμονή με την παράδοση! Αγαναχτούσε με ότι την αλλοίωνε, με ότι την παραχάραζε. Με Αϊβαλιώτικο πείσμα ξεχώρισε στην αγιογραφία. Δημιούργησε άθελα του μια γραμμή πάνω στην οποίαν βάδισαν και άλλοι. Ο Κόντογλου έσμιξε τα χρώματα με το λιβάνι, τα πρόσωπα με την παράδοση και κατάφερε να αναστήσει ότι πάλευε να επιβιώσει εκείνη την εποχή, του θαυμασμού της Εσπερίας...
Εκτός από ζωγράφος ήταν όμως και λογοτέχνης. Θέλησε να δώσει ζωή στις θύμισες μιας ολάκερης ιστορίας που μπορεί να αιχμαλωτίστηκε αλλά δεν απεβίωσε ποτέ. Ο κολοφώνας του συγγραφικού του έργου, είναι το ανεπανάληπτο βιβλίο του ''Το Αϊβαλί η πατρίδα μου΄΄, μέσα από το οποίο ζωντανεύει με τρόπο μοναδικό, πρόσωπα , τόπους και αναμνήσεις. Περιγράφει το μαρτύριο του Νεομάρτυρα Γεωργίου του Χιοπολίτου σαν να είναι παρών. Γράφοντας τις σελίδες εκείνες, είμαι σίγουρος πως δάκρυζε με τα γραψίματα του... Περιγράφει τους ανθρώπους, όπως τους ζωγραφίζει. Αληθινούς, γνήσιους όχι όπως θά θελε να είναι, αλλά όπως πραγματικά είναι... Ανατολίτης δήλωνε! Ανατολίτης με έναν ξέχωρο πολιτισμό , ζούσε ''φτυχισμένος'' όπως ο ίδιος έγραφε, αναπολώντας τα περασμένα, ζώντας και κείνος λιγόζωος κοντά στους λιγόζωους ανθρώπους.
Δεν πεθύμησε τίποτε άλλο, από την σωτηρία της Ορθόδοξης Παράδοσης. Ο Κόντογλου δεν είναι αναχρονιστής. Αντίθετα, εκσυγχρονίζει χωρίς να αλλοιώνει. Δεν θέλει το ξεθώριασμα που αναπόφευκτα έζησαν οι μετέπειτα από αυτόν γενιές. Δεν απαρνιέται τις αρχαίες καταβολές του γένους! Αρνείται όμως πεισματικά να αποδεχθεί, ότι μας κάνει να πιθηκίζουμε απαρνούμενοι τις ρίζες μας , εμείς, οι απόγονοι του περικλέους Έθνους που χάρισε φως στα σκοτάδια εκείνων που σήμερα μας έχουν σκοτίσει...
Ο κυρ- Φώτης, αληθινός χριστιανός αληθινός Έλλην εξ΄Ανατολών, παραμένει ζωντανός μέσα από τα κείμενα τα πλουμισμένα με τις ζωγραφιές των χειρών του, μέσα από εικόνες Αγίων, τόσο καλά φτιαγμένες που σε πείθουν πως τελικά η αγιότητα δεν είναι προνόμιο των λίγων αλλά επίτευγμα των πολλών! Δεν σε γνώρισα κυρ- Φώτη εν ζωή... Πόσο θα θελα να μου διηγείσαι ιστορίες της καθ' ημάς Ανατολής... Πόσο θα θελα να σε συναντήσω να ζωγραφίζεις μουρμουρίζοντας ολάκερες αποστηθισμένες ακολουθίες. Πόσο θα θελα να σταθώ μπροστά σου ευλαβικά, να σου φιλήσω το χέρι που μας άφησε τέτοιες παρακαταθήκες...
Δεν θα σου πω η μνήμη σου αιωνία, γιατί κατάφερες να αφθαρτοποιήσεις τα έργα των χειρών σου. Κλείνοντας τούτο το κείμενο, θέλω να σου πω πως σε μνημονεύω στις λειτουργίες, κοντά στους δυο Αλέξανδρους, τον Παπαδιαμάντη και τον Μωραϊτίδη. Όταν πήγαμε στο Αϊβαλί, επισκεφτήκαμε το Ναό του Ταξιάρχη. Κοίταξα μέσα στο Ιερό, κατά που ήταν το Άγιο Βήμα... Τι είναι ο νους του ανθρώπου! Για μια στιγμή ζωντάνεψες, σαν να σε είδα, να στέκεις μέσα στο Ναό και να ψάλλεις σε μια λειτουργία ατελείωτη με λειτουργούς τους μάρτυρες της Μικρασίας με χοροστατούντα τον Γέροντα Κυδωνιών Γρηγόριο! Είδα, ότι διάβασα από τα βιβλία σου και δάκρυσα! Όχι για σε κυρ- Κόντογλου... Για εμάς, τους παραλειπομένους....
π. Θωμάς Ανδρέου
Ο Φώτης Κόντογλου ,κατά κόσμον Φώτιος Αποστολλέλης γεννήθηκε στο Αϊβαλί της Μικράς Ασίας, στις αγαπημένες Κυδωνίες , ανήμερα των Ταξιαρχών στις 8 Νοεμβρίου του 1895. Τότε που το Αϊβαλί, ήταν η μοναδική περιοχή στην Μικρασία που οι Τούρκοι εισερχόμενοι έφιπποι , κατέβαιναν από τα άλογα διερχόμενοι σε ένδειξη σεβασμού και τιμής. Τότε, που στις Κυδωνίες δεν έμενε μόνιμα ούτε ένας Τούρκος.
Ποτισμένος από μικρός με τα νάματα της Χριστιανικής πίστεως, μεγαλωμένος μέσα στις Εκκλησιές του Αϊβαλιού, ο Κόντογλου κράτησε φυλαγμένες τις Ιερές παρακαταθήκες από τις παιδικές αναμνήσεις, αναμνήσεις που κράτησε καθάριες στην σκέψη του μέχρι εκείνη την ημέρα στις 13 Ιουλίου του 1965, όταν μετά από ένα σοβαρό τροχαίο και μια χειρουργική επέμβαση πέταξε για τον ουρανό να ξαναδεί το Αϊβαλί την πατρίδα του ξανά, έστω και σκλαβωμένη...
Ο Κόντογλου έζησε κοντά στον Ιερομόναχο θείο του Στέφανο Κόντογλου, αδελφό της Μητέρας του που έγινε κηδεμόνας του μετά τον πρόωρο θάνατο του πατέρα του και ίσως αυτό τον έκανε να αλλάξει το επίθετο του από Αποστολλέλης σε Κόντογλου. Με νοσταλγία θυμάται τα παιδικά του χρόνια. Τα χρόνια της πρώιμης νιότης του, που τον σημάδεψαν για πάντα. Στα 13 του έφυγε από το Αϊβαλί για να σπουδάσει στην σχολή καλών τεχνών στην Αθήνα. Εκεί αρχίζει να δημιουργεί τον μετέπειτα Φώτη Κόντογλου. Τον Δάσκαλο των Τσαρούχη και Εγγονόπουλου.
Το 1921 θα τον βρει στρατιώτη να πολεμά για την πατρίδα του στην Μικρασία. Βιώνει την καταστροφή της Σμύρνης, τον εξαδραποδισμό χιλιάδων Ελλήνων, τις σφαγές και τον θάνατο στα πρόσωπα των προσφύγων. Πρόσφυγας και ο ίδιος μένει για ένα διάστημα απέναντι από την πατρίδα του, στην Λέσβο. Εκείνος μόνον μπορεί να ξέρει τα δάκρυα που έχυσε στις αμμουδιές της Λέσβου, αντικρίζοντας τα παράλια της Μικρασίας... Ότι κάνουμε και εμείς όταν βρεθούμε στα αγιασμένα της Λέσβου χώματα και θωρούμε την Μικρασία να μας χαιρετά από απέναντι.
Τελικά η Αθήνα έγινε δεύτερη πατρίδα του. Με δυσκολίες πολλές φρόντιζε την οικογένεια του, την σύζυγο και την μοναχοκόρη του. Τους άφησε πολύτιμη παρακαταθήκη το όνομα και τα έργα του. Είχε μια Ιερά εμμονή με την παράδοση! Αγαναχτούσε με ότι την αλλοίωνε, με ότι την παραχάραζε. Με Αϊβαλιώτικο πείσμα ξεχώρισε στην αγιογραφία. Δημιούργησε άθελα του μια γραμμή πάνω στην οποίαν βάδισαν και άλλοι. Ο Κόντογλου έσμιξε τα χρώματα με το λιβάνι, τα πρόσωπα με την παράδοση και κατάφερε να αναστήσει ότι πάλευε να επιβιώσει εκείνη την εποχή, του θαυμασμού της Εσπερίας...
Εκτός από ζωγράφος ήταν όμως και λογοτέχνης. Θέλησε να δώσει ζωή στις θύμισες μιας ολάκερης ιστορίας που μπορεί να αιχμαλωτίστηκε αλλά δεν απεβίωσε ποτέ. Ο κολοφώνας του συγγραφικού του έργου, είναι το ανεπανάληπτο βιβλίο του ''Το Αϊβαλί η πατρίδα μου΄΄, μέσα από το οποίο ζωντανεύει με τρόπο μοναδικό, πρόσωπα , τόπους και αναμνήσεις. Περιγράφει το μαρτύριο του Νεομάρτυρα Γεωργίου του Χιοπολίτου σαν να είναι παρών. Γράφοντας τις σελίδες εκείνες, είμαι σίγουρος πως δάκρυζε με τα γραψίματα του... Περιγράφει τους ανθρώπους, όπως τους ζωγραφίζει. Αληθινούς, γνήσιους όχι όπως θά θελε να είναι, αλλά όπως πραγματικά είναι... Ανατολίτης δήλωνε! Ανατολίτης με έναν ξέχωρο πολιτισμό , ζούσε ''φτυχισμένος'' όπως ο ίδιος έγραφε, αναπολώντας τα περασμένα, ζώντας και κείνος λιγόζωος κοντά στους λιγόζωους ανθρώπους.
Δεν πεθύμησε τίποτε άλλο, από την σωτηρία της Ορθόδοξης Παράδοσης. Ο Κόντογλου δεν είναι αναχρονιστής. Αντίθετα, εκσυγχρονίζει χωρίς να αλλοιώνει. Δεν θέλει το ξεθώριασμα που αναπόφευκτα έζησαν οι μετέπειτα από αυτόν γενιές. Δεν απαρνιέται τις αρχαίες καταβολές του γένους! Αρνείται όμως πεισματικά να αποδεχθεί, ότι μας κάνει να πιθηκίζουμε απαρνούμενοι τις ρίζες μας , εμείς, οι απόγονοι του περικλέους Έθνους που χάρισε φως στα σκοτάδια εκείνων που σήμερα μας έχουν σκοτίσει...
Ο κυρ- Φώτης, αληθινός χριστιανός αληθινός Έλλην εξ΄Ανατολών, παραμένει ζωντανός μέσα από τα κείμενα τα πλουμισμένα με τις ζωγραφιές των χειρών του, μέσα από εικόνες Αγίων, τόσο καλά φτιαγμένες που σε πείθουν πως τελικά η αγιότητα δεν είναι προνόμιο των λίγων αλλά επίτευγμα των πολλών! Δεν σε γνώρισα κυρ- Φώτη εν ζωή... Πόσο θα θελα να μου διηγείσαι ιστορίες της καθ' ημάς Ανατολής... Πόσο θα θελα να σε συναντήσω να ζωγραφίζεις μουρμουρίζοντας ολάκερες αποστηθισμένες ακολουθίες. Πόσο θα θελα να σταθώ μπροστά σου ευλαβικά, να σου φιλήσω το χέρι που μας άφησε τέτοιες παρακαταθήκες...
Δεν θα σου πω η μνήμη σου αιωνία, γιατί κατάφερες να αφθαρτοποιήσεις τα έργα των χειρών σου. Κλείνοντας τούτο το κείμενο, θέλω να σου πω πως σε μνημονεύω στις λειτουργίες, κοντά στους δυο Αλέξανδρους, τον Παπαδιαμάντη και τον Μωραϊτίδη. Όταν πήγαμε στο Αϊβαλί, επισκεφτήκαμε το Ναό του Ταξιάρχη. Κοίταξα μέσα στο Ιερό, κατά που ήταν το Άγιο Βήμα... Τι είναι ο νους του ανθρώπου! Για μια στιγμή ζωντάνεψες, σαν να σε είδα, να στέκεις μέσα στο Ναό και να ψάλλεις σε μια λειτουργία ατελείωτη με λειτουργούς τους μάρτυρες της Μικρασίας με χοροστατούντα τον Γέροντα Κυδωνιών Γρηγόριο! Είδα, ότι διάβασα από τα βιβλία σου και δάκρυσα! Όχι για σε κυρ- Κόντογλου... Για εμάς, τους παραλειπομένους....
π. Θωμάς Ανδρέου
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου