Copyright : Αρχιμ. Θωμάς Ανδρέου 29-12-2013. Από το Blogger.
RSS

‘’ Αγναντεύοντας μέσα στον χρόνο’’

Κάθε χρόνο στα τέλη του Μαΐου, συλλογίζομαι το πάρσιμο της Πόλης, κατά την προσφιλή έκφραση του κυρ- Φώτη του Κόντογλου. Το κακό που συνέβη στην ανθρωπότητα όταν χίλια χρόνια πολιτισμού χάθηκαν μέσα σε μια νύχτα, το ξημέρωμα της Τρίτης 29ης Μαΐου του 1453…
        
      Μελαγχολώ όταν ακούω τους φαντασμένους πιθηκίζοντες της εσπερίας να μιλούν για ευρωπαϊκό διαφωτισμό, πνευματικό κίνημα στα τέλη του 17ου με αρχές του 18ου αιώνα, όταν δέκα αιώνες πρωτύτερα μια κοιτίδα πολιτισμού γραμμάτων και τεχνών αναπτύσσεται θεαματικά σε μια μεγαλειώδη πορεία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας που όμοια της δεν κατάφερε να επανεμφανισθεί στο ιστορικό προσκήνιο!


Το Βυζάντιο, απετέλεσε την μετώπη της πολιτισμικής κληρονομιάς, της σημερινής γηραιάς Ηπείρου η οποία αργοπεθαίνει έχοντας απολέσει πλέον κάθε στοιχείο παράδοσης! Αυτό υπήρξε η ζωή του Βυζαντίου! Η παράδοσις… Φθάνοντας κανείς στην Βασιλίδα των Πόλεων, δεν χρειάζεται ιστορικές γνώσεις ώστε από τα απομεινάρια του αγλαοφανούς παρελθόντος να γνωρίσει αυτήν την ανεπανάληπτη παράδοση... Η Ευρώπη άργησε να αφυπνιστεί πνευματικά! Σε μια εποχή όπου οι σημερινοί ευρωπαίοι ζούσαν ακόμα σε λασποκαλύβες σε μια πρωτόγονη καθημερινότητα αναλώνοντας τις δυνάμεις τους σε καταχτητικούς πολέμους, ‘’το Βυζάντιο διέθετε καλλιτέχνες και ποιητές, άκουγε σοφούς καθηγητές και ιεροκήρυκες του συρμού, αγαπούσε με πάθος το θέατρο και τον ιππόδρομο και ευαρεστείτο σε ένα εκλεπτυσμένο βίο, χαρακτηριζόμενο από ευημερία , πολυτέλεια και ενδιαφέρον για την καλή ένδυση, τον καλλωπισμό του σώματος και τους καλούς τρόπους’’.[1]  

Από της ιδρύσεως της η Βυζαντινή Αυτοκρατορία το Μάιο του 330 μ.Χ έως και την καταστροφή της χίλια εκατόν είκοσι τρία χρόνια μετά, ‘’πρωτάνοιξε την ‘πύλην την κεκλεισμένην και μπόρεσε και είδε ο άνθρωπος, εκείνα τα θαυμάσια , που είπε ο Χριστός πως δεν μπορέσανε να τα δούνε οι σοφοί κι οι συνετοί της αρχαιότητας…’’[2] Ακόμα και στα χρόνια της παρακμής του, το βυζάντιο ευημερούσε! Η καλλιέργεια των γραμμάτων και των τεχνών υπήρξε πρωτοπόρος και μοναδική για την εποχή της! Δίκαια ο νοσταλγός αυτής της εποχής, Φ. Κόντογλου, επισημαίνει πως ‘’ ότι κάνανε οι τεχνίτες της Πόλης ήταν το πιο μαστορικό που μπορούσε να γίνει, από τα χτίρια από τα ψηφιά , τις ζωγραφιές , τα σκαλίσματα, τα βιβλία τα γραμμένα με το χέρι, τα χρυσαφικά, τ’ ασημικά , τα μπρούντζα, ίσαμε τα παπούτσια, τα μαχαίρια, τα ρούχα, τα καράβια, τ΄άρματα, τα φαγητά, τα γλυκύσματα, τα ροδοστάματα, τα πιοτά, όλα όσα μπορεί να βάνει καθένας με το νού του…’’[3] 

Όλα αυτά και άλλα τόσα που το χαρτί και το μολύβι δεν φθάνουν να περιγράψουν, χάθηκαν ξαφνικά, εκείνο το ομιχλώδες πρωινό της Μεγάλης Τρίτης της 29ης Μαΐου… Οι χρονικογράφοι των παθών της Πόλης, συμφωνούν αναμεταξύ τους στην καταγραφή των γεγονότων. Ο επιφανέστερος εξ’ αυτών Γεώργιος Σφραντζής, γραμματεύς του τελευταίου Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου Δραγάση-Παλαιολόγου, με χείλη  τρεμάμενα, περιγράφει τα γεγονότα όπως τα έζησε , πέντε χρόνια μετά, στην Κέρκυρα όπου βρέθηκε, συντάσοντας το ‘’Χρονικόν’’ , ‘’που αποτελεί μία από τις σπουδαιότερες πηγές της ιστορίας εκείνων των χρόνων’’.[4]

Το βράδυ πριν την καταστροφή, βρίσκει τους βυζαντινούς καταπονημένους μετά από σαράντα ολόκληρες μέρες στενής πολιορκίας από τον Πορθητή! Όπως από Κωνσταντίνο ξεκίνησε η πορεία της Αυτοκρατορίας και σε Κωνσταντίνο κατέληξε, έτσι από Μωάμεθ ξεκίνησε η θρησκεία των Αγαρηνών και σε Μωάμεθ έλαχε ο κλήρος της Άλωσης της Πόλης! Οι Βυζαντινοί σκορπισμένοι, άλλοι στα τείχη που για αιώνες στάθηκαν απόρθητα διαφυλάσσοντας την Βασιλίδα των Πόλεων, άλλοι στην Μεγάλη Εκκλησία που δέχτηκε ικεσίες και προσευχές, που γνώρισε στασιασμούς και ενθρονίσεις Αυτοκρατόρων, στην Μεγάλη Εκκλησία που περιγράφοντας την ο ιστορικός Προκόπιος σε καταλαμβάνει δέος για το τι πραγματικά υπήρξε η σκλαβωμένη πλέον Μητρόπολη της Ορθοδοξίας!

Το βράδυ εκείνο, τελείται λειτουργία στην Μεγάλη Εκκλησία της του Θεού Σοφίας. Μαζί με τους προσευχόμενους Χριστιανούς που εκλιπαρούν για το θαύμα και ο αγέρωχος ήρως των παιδικών μας παραμυθιών, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος! Μεταλαμβάνει των Αχράντων Μυστηρίων [5] και παρακαλεί και εκείνος τον Θεό να σταθεί για μια ακόμη φορά βοηθός στην Πόλη Του, όπως έκανε αιώνες τώρα… Εκείνο όμως το βράδυ,  «κρίμασιν οις οίδε Κύριος», επέπρωτο να είναι το τελευταίο όχι μόνον για τον ίδιο αλλά και για ολόκληρη την, υπερχιλιετή ιστορία του Βυζαντίου…

Η μάχη λυσσαλέα και από τις δύο πλευρές, με τους βυζαντινούς να προσπαθούν να κρατήσουν, απέναντι σε μια πρωτόγονη πολιορκητική  μηχανή αυτή του Ουρβανού,  που για να την φτιάξει κόντεψε δέκα φορές να σκοτωθεί! Αυτή η κορωνίδα  της μηχανικής, κατάφερε να δημιουργήσει τα πρώτα αλλά καίρια πλήγματα στα τειχιά που έβλεπαν απελπισμένα πως η αποστολή τους να διαφυλάττουν την Κωνσταντινούπολη είχε πλέον ολοκληρωθεί δραματικά… Κοντά στην πύλη του Αγίου Ρωμανού, γίνεται χαλασμός!  

Ξάφνου, εμφανίζονται μέσα από τα τείχη οι πρώτοι των εχθρών και πίσω τους ακολουθούν και άλλοι… Εάλω η Πόλις…. Αυτή η κραυγή σηματοδότησε το τέλος! Τα πάντα πλέον είχαν χαθεί! Θρήνος και κλαυθμός και οδυρμός πολύς! Το τίμημα της λυσσαλέας μάχης ώστε να παρθεί η Πόλις ήταν η υπόσχεση του Πορθητή πως για τρεις μέρες θα είχαν την ευκαιρία οι κατακτητές να συλήσουν ότι ήθελαν από το περίτεχνο αυτό κόσμημα… Ανελέητες σφαγές άμαχου πληθυσμού! Πρωτονεομάρτυρες η οικογένεια του Λουκά Νοταρά Μεγάλου Δουκός της Αυτοκρατορίας. Ακολουθούν και άλλοι πολλοί… Μεγάλος ο κατάλογος του πανθέου της Ιστορίας!

Τότε, λέει με πίκρα ο Σφραντζής, να βλεπες το χαλασμό και την αντάρα, το αίμα να ποτίζει τα βυζαντινά λιθόστρωτα που κάποτε στρωμένα με χαλιά υποδέχονταν τους Βασιλείς της Πόλης! Να βλεπες την Μεγάλη Εκκλησία ‘’ τον επίγειο ουρανό, τον θρόνο της δόξας του Θεού, το όχημα των Χερουβείμ και δεύτερο στερέωμα , τον φτιαγμένο λες από το χέρι του θεού, το αξιόλογο και θαυμάσιο θέαμα, το αγλάισμα όλου του κόσμου, τον ωραιότερο ναό μεταξύ των ωραίων που πάνω από το άδυτο του και πάνω από το θυσιαστήριο έτρωγαν και έπιναν και έκαναν τις ασελγείς πράξεις τους και ορέξεις τους επάνω στην Αγία Τράπεζα, με γυναίκες , και παρθένες και παιδιά… Ποιος να μην σε θρηνήσει Άγιε Ναέ’’[6]    διερωτάται με πόνο ψυχής ο Σφραντζής;

Πόσα πια να γράψεις για τα ανεκδιήγητα; Πόσα να πεις ώστε να καταφέρεις να περιγράψεις την λεηλασία; Πόσο να θρηνήσεις για την καταστροφή; Όλα έληξαν μέσα σε λίγες ώρες, όταν πλέον έψαχναν να βρουν το ακέφαλο σώμα του τελευταίου των Αυτοκρατόρων. Και έτσι ακέφαλο βρέθηκε το σφαγμένο κορμί του Παλαιολόγου. Το αναγνώρισαν, δίχως κεφάλι, από τις βασιλικές περικνημίδες και τα σανδάλια που χαν κεντημένους τους χρυσούς αετούς όπως συνηθίζονταν για τους βασιλείς[7] .

Το έμαθε ο Αμιράς, λέει ο Σφραντζής και ευφράνθηκε η ψυχή του γιατί ήθελε να τιμήσει τον ήρωα της Πόλης και το δωκε στους Χριστιανούς που το θαψαν ακέφαλο με βασιλικές τιμές. Και ήταν ο Κωνσταντίνος σαράντα εννέα χρονών , τριών μηνών και είκοσι ημερών , όπως μας διαβεβαιώνει με γλαφυρότητα και ακρίβεια ο Σφραντζής!

Κάπου εδώ τελειώνει η ιστορία! Και ευχαριστώ τον Δεσπότη μας που μου δωκε την ευκαιρία για μια φορά ακόμη να αγναντέψω μαζί σας στο βάθος του χρόνου! Είναι ωραίο να αγαπάς την ιστορία, αλλά πιότερο τούτου και μεγαλύτερο , είναι να είσαι μέρος της, σάρκα από τη σάρκα της και οστούν εκ των οστών της. Πως θα μπορούσα λοιπόν να καταλήξω σε τούτο το μνημούρι; Ανέτρεξα σε έναν άλλον πολυαγαπημένο μου σύντροφο των φοιτητικών μου χρόνων μέχρι και σήμερα, τον κυρ Αλεξανδρο τον Β’ τουπίλκην Μωραϊτίδη.  Εκείνος στο Πολίτικο οδοιπορικό του, μας φθάνει στο τέλος της αφήγησης που ολοκληρώνεται στον τάφο του Παλαιολόγου!

Αφού λοιπόν τονίζει στον τολμητία της ψηλάφησης του ιστορικού παρελθόντος της Πόλης,  πως αν δεν την περπατήσεις δεν μπορείς να την γνωρίσεις, τον βλέπουμε να κάθεται στο Βεφά- Μεϊντάν πίνοντας μακάρια τον καφέ του ,όταν ξάφνου κάποιος εκ των παρισταμένων αγάδων του αποκαλύπτει τον τάφο του Παλαιολόγου… Εκεί, σε ένα σκιερό σημείο, κρυμμένο πίσω από καλύβες, βλέπει το σημείο όπου η παράδοσις θέλει τον Βασιλέα ημών κεκοιμημένον… Μια ακακία, σκιάζει το μνήμα. Λίγο παραδίπλα ο κυρ- Αλέξανδρος βλέπει πιο φροντισμένο μνήμα, του αράπη που φόνευσε τον μαχόμενο Βασιλέα… Δυο μνήματα, μια ιστορία!  Άντε κυρ- Αλέξανδρε, κλείσε εσύ το κείμενο, αντί για εμένα του ζήτησα ταπεινά. Και εκείνος μου έκανε το χατήρι…
                                                       …………………………..

’’ Επανήλθον πάλιν προς τον κατησχυμμένον του Αυτοκράτορος τάφον. Έκοψα κλώνον θαλερόν από της ακακίας, εγονυπέτησαν εις τα μεμιασμένα μάρμαρα του και εν στιγμή υπερτάτης εξάψεως  μ’ εφάνη πως ήκουσα πικρόν παράπονον , γεμίζον θρήνον οδυνηρόν την πενιχράν εκείνην περιοχήν:
-          Δεν υπάρχει κανείς Χριστιανός να αναγείρη τον τάφον μου;
Δεν ηδυνήθην να κρατήσω τα δάκρυα μου…[8]

                                                                                                              π. Θωμάς Ανδρέου 

Δημοσιεύθηκε στον ''Άμβωνα Παγγαίου'' τεύχος 46, Απρίλιος -Ιούνιος 2015 

[1] ΑΛΦΡΕΝΤ ΡΑΜΠΩ: ‘’Σπουδές πάνω στην βυζαντινή Ιστορία’’ Εκδ. Στοχαστής, Αθήνα 2007, σελ. 26
[2] ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ: ‘’Η πονεμένη Ρωμιοσύνη’’ εκδ. Άγκυρα, Αθήνα 2011, σελ. 14.
[3] Φ. ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ :οπ.π. σελ. 18.
[4] ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΣΦΡΑΝΤΖΗ: ΧΡΟΝΙΚΟΝ τ. Α΄, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2001, σελ.11
[5] ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΣΦΡΑΝΤΖΗ τ. Β΄ οπ.π. σελ 217
[6] Οπ.π. σελ. 231
[7] Οπ.π. σελ.233
[8] ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΩΡΑΙΤΙΔΟΥ : ‘’Με του βορηά τα κύματα’’ Εκδ. Οργανισμός Π.Κυριακίδη Α.Ε, Αθήνα 2006, σελ. 95 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου