Ίσως
κάποιοι να πιστεύουν πως γράφω παραμύθια… Κάποιος μάλιστα κάποτε μη δυνάμενος
να αντιληφθεί τα όρια μεταξύ της αλήθειας και του ψεύδους , θέλησε να μου το
πει κιόλας! Όμως, μ’ αρέσει να διηγούμαι μέσα από το χαρτί ιστορίες που
μοιάζουν με παραμύθια αλλά δεν είναι! Άμα ακούω κάτι καλό, κάθουμαι και το
γράφω να μην το ξεχάσω και κάπως έτσι βγαίνει η ιστορία.
Μ’ αρέσουν
οι απλοϊκοί άνθρωποι, οι αφτιασίδωτοι που ζουν απλοϊκά κάτω από το άγρυπνο
βλέμμα του Θεού του Τρισαγίου σαν τα πετεινά του ουρανού, που δεν σπέρνουν και
δεν θερίζουν αλλά, ζουν ανώτερα από τους ανθρώπους που δυστυχισμένοι ξυπνούν
και θλιμμένοι κοιμούνται…
Εκεί στην
Φλώρινα , έμενε μόνος ένας γεροντάκος , ο μπάρμπα- Λιάς ο Τουρμαλιάς. Έμενε σ’
ένα καλύβι λίγο πιο έξω από την πολίχνη . Το μόνο που ξέραν κάποιοι γιαυτόν ήταν
πως είχε σπουδάσει φυσικομαθηματικός! Ποιος ξέρει τι παιχνίδι του είχε παίξει η
ζωή. Μάλιστα! Ήταν επιστήμων που κανείς δεν ήξερε πως και που, είχε βρεθεί να
ζει μόνος στο ερημοκάλυβο του, ευτυχισμένος και ανέμελος από τα πολλά.
Ήταν ένας Διογένης,
φιλόσοφος της στείρας από σκέψη εποχής μας, λίγο παράξενος, για κάποιους
μισότρελος , όταν βαδίζοντας για την πόλη κρατώντας στα χέρια το ραβδί του,
περπάταγε ανάποδα σέρνοντας το στο δρόμο… Κάποιοι ξύπνιοι τάχατες, βλέποντας
τον του φώναζαν να προσέχει μην πέσει καταγής, μιας και δεν έβλεπε βαδίζοντας
λαθεμένα και αυτός τους ανταπαντούσε: ‘’μμμμ! Είδα και εσάς που βαδίζετε σωστά
που πάτε….’’
Ζούσε
ευτυχισμένος μέσα στην εκούσια και φαινομενική δυστυχία του και σαν άλλος φτωχολάζαρος
που τα σκυλιά ‘’απέλειχον τα έλκη αυτού’’, είχε κιαυτός κάποια ενοχλητικά
παιδιά που για να γελάσουν , έσπευδαν μόλις τον έβλεπαν ‘’αγαλλομένω ποδί’’ να
τον γιουχάρουν για να γελάσουν! Έτρεχε για ώρα ξοπίσω του η μαρίδα, γελώντας και τσιρίζοντας
δυνατά, έως ότου αυτός σήκωνε την μαγκούρα του και η μαρίδα γινόταν μπουχός….
Και όμως!
Αυτοί τον κορόιδευαν και εκείνος τους ευεργετούσε. Γιατί κατέχοντας την υψηλή τέχνη
των μαθηματικών, βοηθούσε όποιον του ζητούσε την βοήθεια του. Με τις ώρες
κάθουνταν δωρεάν να προγυμνάσει τους θρασείς νεανίες που ίσως αργότερα αυτό,
του το ανταπέδιδαν με το γιουχάρισμα τους.
Όμως και οι
φιλόσοφοι, έχουν υπομονή που εξαντλείται. Έτσι κάποια μέρα που η μαρίδα τον
είχε βάλει στο μέσο και τον τυραγνούσε , εκείνος αρχικά τους προειδοποίησε πως
θ’ αγριέψει και τούτο συνέβη όταν εις εξ’
αυτών , άτυχος και αργοκίνητος ως εφάνει, τόλμησε να σκύψει και να πιάσει την
μαγκούρα του ταλαίπωρου γέροντος . Πότε η μαγκούρα προσγειώθηκε βάναυσα επί της
κεφαλής του δυστυχούς τολμητία , πότε εξαφανίσθηκαν μονομιάς οι υπόλοιποι,
ουδείς το κατάλαβε. Το αποτέλεσμα ήταν, ο μεν θρασύς νέος να βρεθεί, ευτυχώς
όχι σοβαρά , στο νοσοκομείο, ο δε λευκασμένος φιλόσοφος να παραμείνει
ανενόχλητος πλέον, μιας και επί τη βάση αποδείξεων ισχυρών, η μαρίδα κατάλαβε
πως δεν αστειευόταν μαζί τους μιας και η μαγκούρα απεδείχθη πιο ευκίνητος από αυτούς…
‘Ελα όμως που
ο πατέρας του τραυματία έκανε μήνυση στον μπάρπα- Λια και αυτός βρέθηκε στο
ειδώλιο του κατηγορουμένου, μεταξύ εναγόντων και εναγομένων, έναντι της ανθρώπινης
δικαιοσύνης! Όταν ήρθε η ώρα της δίκης, παρουσιάστηκε άνευ συνηγόρου
υπερασπίσεως και αφού άκουσε προσεκτικά την κατηγορία, προσήλθε ευγενικά στο
ειδώλιο καλούμενος να απολογηθεί επ’ αυτής. Ατάραχος λοιπόν, πήγε μπροστά και
με ύφος σοβαρό , απευθυνόμενος προς την έδρα, είπε: ‘’ Κύριε πρόεδρε, κύριοι
δικασταί , κύριε εισαγγελεύ , καλημέρα σας…’’
- Καλημέρα σας,
του λέει ο πρόεδρος, σας ακούμε.
Συνεχίζει ο μπαρμπα- Λιάς : ‘’ Κύριε
πρόεδρε, κύριοι δικασταί, κύριε εισαγγελεύ , καλημέρα σας… ‘’
- Το είπαμε αυτό, πάμε παρακάτω, απάντησε λίγο
ενοχλημένος τώρα ο πρόεδρος!
-‘’Κύριε πρόεδρε , κύριοι δικασταί, κύριε… ‘’πήγε
να συνεχίσει ο δόλιος ο μπάρμπα- Λιάς αλλά
τον διέκοψε η άγρια φωνή του προέδρου:
-‘’Επιτέλους κύριε, μας κοροϊδεύετε; ‘’
Τότε χαμογελά ο μπάρμπα- Λιάς
και του λέει:
- ''Εσείς κύριε Πρόεδρε, ενοχληθήκατε και
εκνευρισθήκατε που σας είπα τρεις φορές καλημέρα, εγώ τι έπρεπε να κάνω όταν
τόσα χρόνια υπέμεινα καρτερικά τις οχλήσεις;’’
Άφωνο το δικαστήριο… Λίγο
αργότερα, τον κήρυξε αθώο…
Μ’ άρεσε η ιστορία του
μπαρμπα- Λιά του Τουρμαλιά και την ζωντάνεψα στο χαρτί για να μείνει. Δεν ξέρω
αν ζει ή αν πέθανε ο γέροντας. Ξέρω μόνο πως υπάρχουν ψυχές δίπλα μας, που
μόνον ο Θεός γνωρίζει τι έχουν τραβήξει. Στα μάτια μας φαντάζουν απόκοσμοι και
τρελοί! Στα μάτια Εκείνου όμως, ίσως φαντάζουν άγιοι τόσο που να τους περιφρονάμε
εμείς για να τους αγκαλιάζει Αυτός…
π. Θωμάς Ανδρέου
1 σχόλια:
καί σέ μένα συνέβει πρίν πολλά χρόνια ΄κάτι παρόμοιο τί μέ θύμησες πάτερ
Δημοσίευση σχολίου