Σεβασμιώτατε
Ποιμενάρχα Πάτερ και Δέσποτα.
Σεβαστοί αδελφοί
συμπρεσβύτεροι και Διάκονοι.
Ελλογιμότατοι
Κύριοι Καθηγητές.
Αξιότιμοι
παριστάμενοι Κυρίες και Κύριοι.
Προ
της αναπτύξεως της εισηγήσεως[1], θα ήθελα να εκφράσω την βαθύτατη ευγνωμοσύνη μου
για την σημερινή πρόσκληση, στον κατά πάντα Άξιο Δεσπότη της Ιεράς και
ιστορικής αυτής Μητροπόλεως, Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Διδυμοτείχου , Ορεστιάδος
και Σουφλίου κ.κ. Δαμασκηνό, έναν εκλεκτό Ιεράρχη που έχω την ευλογία να
γνωρίζω εδώ και δύο δεκαετίες. Σεβασμιώτατε, θερμά Σας ευχαριστώ για την
πολλαπλώς επιδειχθείσα στο πρόσωπο μου αγάπη Σας.
Μέσα
στους τέσσερις αιώνες υποδούλωσης του Γένους από τον Οθωμανό κατακτητή, σε αυτή
την ζοφερή περίοδο σκλαβιάς και φυλακής κατά τον Ρήγα Φεραίο, το φαινόμενο των
Νεομαρτύρων θα γίνει η αιτία αναζωπύρωσης της πίστης και της ελπίδας[2]
των υποδούλων Ελλήνων στα μάτια των οποίων ο Νεομάρτυρας καθίσταται και εθνικός,
αλλά κυρίως θρησκευτικός ήρωας. Η αναζήτηση της ελευθερίας και η αποτίναξη του
μακραίωνου ζυγού της δουλείας έχει ως βάση της την πίστη των Ελλήνων πως ο Θεός
θα ενισχύσει τον αγώνα για την επίτευξη του ποθούμενου αγαθού της ελευθερίας[3].
Η ίδια η ελληνική επανάσταση του 1821 βασίζεται σε αυτήν την πίστη των
πρωτοστατών της, όπως εκφράζεται μέσα από τις δικές τους καταγεγραμμένες
μαρτυρίες όπου ο πόθος για την ελευθερία γίνεται τάμα στην Παναγία[4].
Η λαϊκή λατρεία των αγίων ως έκφραση
της πίστης «αποτελεί ίσως τον βασικότερο τομέα της θρησκευτικής συμπεριφοράς
του ελληνικού λαού»[5] Μέσα λοιπόν από τα
νεομαρτυρολογικά συναξάρια αντλούμε εξαιρετικές πληροφορίες μιας και «αποτελούν
πηγές για την καθημερινή ζωή των Ελλήνων στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας, μια περίοδο που μορφοποιήθηκε και σχηματοποιήθηκε αυτό που
ονομάζουμε σήμερα “ελληνικός παραδοσιακός πολιτισμός”, κυρίως όταν τον αντιμετωπίζουμε
με τα κριτήρια ενός αναγκαίου χρονολογικού προσδιορισμού»[6].
Όλα τα στοιχεία διοχετεύονται στο
κοινό μέσω των νεομαρτυρολογίων, τα οποία δίνουν και άλλα προσωπικά στοιχεία
των Νεομαρτύρων, όπως την ηλικία τους, την κοινωνική τους τάξη, τον τόπο αλλά
και τον τρόπο του θανάτου τους. Επίσης, γίνεται πάντα αναφορά στην τύχη των
αγίων λειψάνων των Νεομαρτύρων[7].
Στα πρόσωπα των Νεομαρτύρων λαμβάνει
σάρκα και οστά η ιδέα της επανάστασης όχι μόνον για την αποτίναξη του ζυγού της
δουλείας, αλλά και για τη διαφύλαξη πλέον της εθνικής αυτοσυνειδησίας καθώς και
της θρησκευτικής ταυτότητας[8].
Οι Νεομάρτυρες Άγιοι, Ιάκωβος, Ιάκωβος
και Διονύσιος, που τιμώνται σήμερα με την ευκαιρία της ανάμνησης του μαρτυρικού
του θανάτου προ 500 ετών, που αποτελεί και το θέμα του Αγιολογικού αυτού
Συμποσίου, ανήκουν σε αυτή την μεγάλη χορεία των Νεομαρτύρων, χορεία που
διανθίζεται συνεχώς με νέα πρόσωπα μαρτύρων, ακόμα και μέχρι τις ημέρες μας,
κοινό γνώρισμα των οποίων είναι ένα: η θυσία τους για τον Χριστό.
Ο αρχικός συντάκτης του βίου του
Οσιομάρτυρος Ιακώβου δεν μας είναι γνωστός[9],
ωστόσο τα συναξαριστικά στοιχεία παρατίθενται στο έργο του Αγίου Νικοδήμου του
Αγιορείτου «Νέον Μαρτυρολόγιον»[10],
όπου και διασώζεται η γενέτειρα του Αγίου –κάποιο χωριό κοντά στην Καστοριά–
καθώς και τα ονόματα των γονέων του που είναι Μαρτίνος και Παρασκευή και πως
είχε έναν ακόμα αδελφό. Παρά το γεγονός
πως μικρός στην ηλικία έμεινε ορφανός, κατάφερε να κερδίσει από την εργασία
του, ως ποιμένας προβάτων, κάποια χρήματα. Ο φθόνος του αδελφού του για εκείνον
έγινε αιτία να φύγει για την Κωνσταντινούπολη[11],
όπου και εργάστηκε ως ζωέμπορος, κατόπιν σχετικής αδείας του Σουλτάνου[12].
Η συνάντηση του με τον Πατριάρχη
Κωνσταντινουπόλεως Νήφωνα[13]
γίνεται αιτία ο Ιάκωβος, να μοιράσει ό,τι περιουσιακό στοιχείο είχε αποκτήσει
στους πτωχούς και να αναχωρήσει για το Άγιον Όρος με σκοπό να ακολουθήσει τον
μοναχικό βίο. Εκεί, γίνεται μοναχός στην μονή Δοχειαρίου[14],
όπου και παρέμεινε για τρία χρόνια. Στην συνέχεια, μεταβαίνει στο κελί του
Τιμίου Προδρόμου της Μονής των Ιβήρων, όπου παραμένει για έξι χρόνια, ενώ
ταυτόχρονα μερίμνησε για την εκ νέου ανέγερσή του. Ο Θεός τον χαριτώνει με το διορατικό χάρισμα[15],
κάτι που ενισχύει την πεποίθηση της εν ζωή ακόμη αγιότητας του.
Την Παρασκευή της Διακαινησίμου του 1518
φεύγει από τον Άθωνα και διερχόμενος από την Θεσσαλονίκη, την Πιερία και τα
Μετέωρα φθάνει στην περιοχή της Αιτωλίας και συγκεκριμένα στο μοναστήρι του
Τιμίου Προδρόμου Δερβέκιστας, ένα ιστορικό μοναστήρι που «έγινε ευρύτερα γνωστό
για την πολύτιμη προσφορά του στο έθνος, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας»[16].
Πάντως οφείλουμε να αναφέρουμε και την πληροφορία πως ο Άγιος φθάνει στο
μοναστήρι της Δερβέκιστας μετά από όραμα που είδε ενώ βρισκόταν ακόμα στο κελί
του Προδρόμου στο Άγιον Όρος, όπου ένας «γηραλέος» του έδωσε την εντολή να πάει
εκεί. Ίσως έτσι να εξηγείται το ότι πήγε σε μονή όπου επίσης τιμόταν ο Τίμιος
Πρόδρομος, όπως και στο Αγιορείτικο κελί.
Δυστυχώς, πάλι ο φθόνος γίνεται
αιτία να ταλαιπωρηθεί ο Άγιος. Αυτή την φορά, υπαίτιος της ταλαιπωρίας είναι
ο τοπικός επίσκοπος. Συλλαμβάνεται και
οδηγείται στην φυλακή από τον τοπικό Μπέη των Τρικάλων, μαζί με τους δύο μαθητές
του που τον ακολουθούν έως το μαρτύριο, Ιάκωβο τον διάκονο και Διονύσιο μοναχό.
Εκεί ο γέροντας Ιάκωβος θα συγγράψει επιστολή μέσα από την φυλακή[17],
προς τους εναπομείναντες μαθητές του στην Μονή Δερβέκιστας, μεταξύ των οποίων
και ο Άγιος Θεωνάς, μετά ταύτα Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, επιστολή η οποία
αποδεικνύει και το διορατικό του χάρισμα μιας και είναι το κύκνειο άσμα του,
αφού μέσα σε αυτήν προειδοποιεί τους μαθητές του για τον επικείμενο θάνατο του,
ενώ ταυτόχρονα παραγγέλλει να τελέσουν σαρανταλείτουργο για τις ψυχές τους[18]!
Μάλιστα προεφήτευσε ότι θα φύγουν από την Δερβέκιστα και θα ξανασυναντηθούν
όλοι σε Μονή της Θεσσαλονίκης, δηλαδή την Αγία Αναστασία[19]
όπου ο διάδοχος του γέροντος Ιακώβου Θεωνάς μετέφερε τα λείψανα τους.
Από τις φυλακές των Τρικάλων
μεταφέρονται στην Ανδριανούπολη και στη συνέχεια εδώ στο Διδυμότειχο όπου
βρισκόταν ο Σουλτάνος Σελίμ Α΄[20].
Εδώ στο Διδυμότειχο υπέστησαν μεγάλα βασανιστήρια με εντολή του Σουλτάνου και
στη συνέχεια μεταφέρθηκαν στην Ανδριανούπολη όπου τελικώς απαγχονίστηκαν και οι
τρεις την 1η του μηνός Νοεμβρίου του 1519. Σημαντική λεπτομέρεια το
ότι ο γέρων Ιάκωβος απαγχονίστηκε νεκρός[21],
μιας και ξαφνικά έπεσε μόλις κοινώνησε τα άχραντα μυστήρια[22]
μαζί με τους δύο άλλους μάρτυρες, προφανώς λόγω των φρικτών μαρτυρίων στα οποία
είχε αρκετές ημέρες προ του απαγχονισμού του υποβληθεί. Χριστιανοί αγόρασαν τα
μαρτυρικά σώματα τα οποία και ενταφίασαν στο χωριό Αρβανιτοχώρι κοντά στην
Ανδριανούπολη.
Ο διάδοχος του Οσιομάρτυρα Ιακώβου
στην ηγουμενία της Μονής Δερβέκιστας, Θεωνάς, αναχωρεί από το μοναστήρι με τους
εναπομείναντες μοναχούς για το Άγιον Όρος στην Μονή Σίμωνος Πέτρας, όπου και
μεταφέρθηκαν τα λείψανα των τριών νεομαρτύρων. Από εκεί, το 1522 δηλαδή τρία
έτη μετά το μαρτύριο των Αγίων, αναχωρούν παίρνοντας μαζί τους και τα άγια
λείψανα τους και εγκαθίστανται στην Μονή της Αγίας Αναστασίας κοντά στη
Θεσσαλονίκη, όπου ηγούμενος γίνεται ο Άγιος Θεωνάς, μαθητής του Οσιομάρτυρος
Ιακώβου και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης. Έτσι, επαληθεύεται άλλη μία
προφητεία του Αγίου Ιακώβου, όταν είπε ότι θα ξανασυναντηθούν όλοι μαζί,
θριαμβεύουσα και στρατευομένη Εκκλησία, σε Μονή κοντά στη Θεσσαλονίκη[23]
όπου και φυλάσσονται μέχρι σήμερα.
Σεβασμιώτατε, αγαπητοί πατέρες και
αδελφοί.
Θέλησα σε σχετικά σύντομο χρόνο να
καταθέσω τις σκέψεις μου στο φιλάγιο ακροατήριο που με πολύ προσοχή τίμησε τον
ομιλητή της παρούσης εισηγήσεως, κάτι για το οποίο και θερμώς ευχαριστώ. Θεωρώ
επίσης ιδιαίτερη τιμή το ότι μοιραστικά αυτό το βήμα «τοις διδασκάλοις μου
επόμενος», τον άρτι αφυπηρετήσαντα Ελλογιμότατο Προκοσμήτορα κ. Τρίτο, τον
Ελλογιμότατο Καθηγητή κ. Μπάκα, καθώς και τον οσιότατο Μοναχό π. Χριστοφόρο
Ιβηρίτη.
Στην κατακλείδα του λόγου
καταθέτουμε τα εξής.
Οι Άγιοι Νεομάρτυρες παραμένουν
πάντοτε τα πρότυπα μιας ιδιότυπης επανάστασης που ξεχωρίζει, αφού απαραίτητη
προϋπόθεσή της είναι η προσφορά του ιδίου αίματος του μάρτυρος και όχι των
άλλων! Αυτή η προσφορά, δηλαδή η θυσία, το μαρτύριο, καθιστά τους νεομάρτυρες τις
πλέον –θεωρώ– εμβληματικές φυσιογνωμίες της Ελληνικής επαναστάσεως. Στα πρόσωπα
τους, στηρίχθηκε η πίστη των υποδούλων ραγιάδων στον Χριστό και στην πατρίδα.
Το «δεν τουρκεύω» είναι ταυτόσημο με το «δεν αλλάζω την πίστη μου». Στους
νεομάρτυρες ένας ολόκληρος λαός βρίσκει το πραγματικό νόημα μιας επανάστασης
που δεν συνίσταται μόνον στην αποτίναξη του ζυγού της μακραίωνης δουλείας, αλλά
και στην διατήρηση της πίστεως, της γλώσσας και της πολιτισμικής ταυτότητας
ενός λαού που άντεξε στα 400 και πλέον χρόνια σκλαβιάς και φυλακής.
Σήμερα, η Ορθόδοξη πίστη μας
παραμένει απαρασάλευτη σε έναν κόσμο που διαρκώς μεταβάλλεται, μάλλον προς το
χειρότερο. Οι Άγιοι Νεομάρτυρες, θα
συνεχίζουν να είναι οι φωτεινοί οδοδείκτες μιας ανοδικής προς τον ουρανό
πορείας, η κατάληξη της οποίας είναι η Ουράνια Βασιλεία, για την οποία οι ίδιοι
έδωσαν την ζωή τους. Σήμερα, η μέριμνα του Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου σας,
θέλησε να εστιάσει την προσοχή αλλά και την προσευχή μας στα πρόσωπα των τριών
αυτών νεομαρτύρων που καθαγίασαν με το μαρτύριο τους την ένδοξη και αγιοτόκο
αυτή πόλη πριν από πεντακόσια χρόνια.
Ευελπιστώ πως δεν σας κούρασα. Αν πάλι κάνω λάθος, ζητώ να με
συγχωρήσετε.
Σας
ευχαριστώ
[1] Εισήγηση στο Αγιολογικό Συμπόσιο της 16ης Νοεμβρίου 2019 στον Μητροπολιτικό Ναό Αγίου Αθανασίου, Ι.Μ. Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και
Σουφλίου.
[2] Α. Καραθανάσης, «Η εθνική συνείδηση μας κατά
την Τουρκοκρατία, συνείδηση συμπάσης της Ρωμιοσύνης», Πρακτικά Β΄ συνεδρίου Η ζωή των υποδούλων Ελλήνων επί
Τουρκοκρατίας, Αθήνα 2014, σ.
25.
[3] Ε.
Θεοδώρου, «Οι Νεομάρτυρες εις το έργον της αγωγής», Πρακτικά Θεολογικού Συνεδρίου «εις τιμήν και μνήμην των Νεομαρτύρων»,
Θεσσαλονίκη 1988, σσ. 313-328.
[4] Θ. Κολοκοτρώνης, Διήγησις συμβάντων της Ελληνικής φυλής από
τα 1770 έως τα 1836, Απομνημονεύματα, τόμ. Α΄, Αθήναι 1846, σ. 28.
[5] Μ. Γ. Βαρβούνης Μελετήματα ελληνικής λαογραφίας, τόμ. Α΄, Εθιμική και θρησκευτική λαογραφία, Ξάνθη 2003, σ. 55.
[6] Μ. Γ. Βαρβούνης, Λαογραφικά των Νεομαρτύρων, Κομοτηνή
1998, σ. 14.
[7] Ι. Αναστασίου, Οι Νεομάρτυρες της Θεσσαλονίκης,
Η
Θεσσαλονίκη, τόμ. 1 (1985), σ.
497-499.
[8] Α.
Φυτράκης, Οι ήρωες της Χριστιανικής
πίστεως, Κατερίνη 1956, σ. 29.
[9]
Βίος και πολιτεία Ιακώβου του νέου
οσιομάρτυρος , Άνθη Ευσεβείας 7, εκδ. Τήνος, Αθήναι 2003, σ.125.
[10] Νικοδήμου Αγιορείτου ,Νέον Μαρτυρολόγιον, εκδ. Αστέρος, Αθήναι 1961, σ.σ. 38-44.
[11] Αυγουστίνου Κατσαμπίρη (αρχιμ.) Συναξάριον Αγίου Ιακώβου εκ Καστορίας και των μαθητών αυτού Αγίου
Ιακώβου και Αγίου Διονυσίου, χ.χ. σ. 2.
[12] Αποστόλου Γλαβίνα ο
εκ Καστορίας νεομάρτυς Ιάκωβος, περιοδ. Μακεδονικά, τ14. (1974), σ.40-49.
[13] Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τ.11,
Εκδ. Συναξαριστής, Αθήνα 2004, σ. 30.
[14] Γλαβίνα, ό.π. σ.41.
[15] Βίος και
πολιτεία Ιακώβου του νέου οσιομάρτυρος, ό.π. σ. 186.
[16] Ιωάννου Κωστάκη, Ο
Μοναστικός βίος και η Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Δερβέκιστας, χ.χ., σ.
19.
[17] Γλαβίνα ό.π. σ. 42.
[18] Γλαβίνα, ό.π. σ. 42.
[19] Ανδρέα Μιχαλόπουλου, ο Άγιος Ιάκωβος ο εκ Καστοριάς, Αθήναι 1976, σ. 46.
[20] Ο Σελίμ
Α΄ γνωστός ως Γιαβούζ (= σκληρός) (I. Selim, 10
Οκτωβρίου 1470 - 22
Σεπτεμβρίου 1520).
[21] Γλαβίνα ό.π. σ. 43.
[22] Αυγουστίνου Κατσαμπίρη (αρχιμ.), Συναξάριον Αγίου Ιακώβου εκ Καστορίας κλπ. ό.π. σ.4.
[23] Ανδρέα Μιχαλόπουλου , ο Άγιος Ιάκωβος ο εκ Καστοριάς, ό. π. σ. 46.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου